ΓΑΒΑΛΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ


ΓΑΒΑΛΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
 More about author: 
First name:  ΓΙΩΡΓΟΣ
Last name:  ΓΑΒΑΛΑΣ
Projects: 

Ποίηση

Ζωγραφιές από το μακρινό δάσος, Λογοτεχνική Γωνιά, Αθήνα 1949
Θέματα για ποίηση (1945-1975), Κέδρος 1975
Μνήμες μιας αφίσσας, Σοκόλης 1991

Πεζογραφία

Επεισόδια, Σοκόλης 1991

Συμμετοχή σε συλλογικές εκδόσεις

(2016) Τα πάθη στη λογοτεχνία, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2011) Άγονη γραμμή, Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
(2011) Ημερολόγιο 2012: Η δική μας Ελλάδα, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη
(2011) Το 1821 στην ελληνική ποίηση, Κέδρος


Date of birth:  1922-2018
Birth place:  Αθήνα
Abstract title:  Ζωγραφιές από το μακρινό Δάσος
Abstract text: 

Ενδοσκόπηση

Τόση υποψία
αδυνατούσε να κρατήσει
το ισχνό
σαρκίον του

Γονάτισε
έβαλε τις μέρες του
στη σειρά
Μέτρησε ως τα χίλια
κάπου έχασε τον έλεγχο
των αισθήσεων
ώστε να βρίσκει
ενοχή
και κει ακόμα
που μεσορανούσε
η θυσία.

Ηδονή

Τυχαία συναντήθηκαν στον πλάγιο δρόμο
κι' ούτε καν υπήρχε πρόθεση
"Φόνος εκ προμελέτης"
Ηταν γνωστό πως μισιόνταν
χωρίς τίποτα να προϋπάρχει
λόγοι χρημάτων, γυναίκας, ή ιδεολογίας

Βέβαια έφτανε η γραμμή του βλέμματος
η τόσο σίγουρη και ευθεία
ο βηματισμός που κομμάτιαζε τα χαλίκια
η νύχτα με το ματωμένο άστρο της
και προπαντός η ηδονή του σκοτωμένου.


ΜΑΖΩΧΤΗΣ ΟΝΕΙΡΩΝ

"Κι αν η ελπίδα πέταξε μια μέρα η μια νύχτα είναι γι' αυτό λιγότερο φευγάτη"

Την ώρα που φίδια οχιές
μαχαιρώνουν στη νύχτα τη σιωπή
κι η κραυγή λυγμός του παραπονεμένου
χαστουκίζει τον ήλιο
χαρίζω μάτια σε τυφλούς
μ' αηδόνια γέμισα τα δέντρα

Την ώρα που εσύ επενδύεις στ' άδεια κεφάλια
φιλμάκια του ιντερνετ
άδειες κουμπότρυπες κυκλοφορούν
κρεμασμένες πάνω
σ' ανθρώπινους σκελετούς
Κι όπως πάντα μόνος ανασκιρτώ
ανάμεσα στα πτώματα
δίνοντας στίγμα στους δειλούς
να με ξαναδολοφονήσουν
κλέβοντας όνειρα απ' τους νεκρούς
για την άλλη ξάστερη μέρα

Ερχεσαι δήθεν αδιάφορα
μετράς τύψεις
στα ματωμένα στήθια των αγοριών
που ανέγγιχτα
απ' τις αγκαλιές των κοριτσιών
επίμονα ζητούν μια νέα χρυσαυγή
να τους ξαναβυζάξει

Στέκω μπρος στη βουή τ' ακρογιαλιού
που το χτυπάει το κύμα
μες τη γροθιά σφιχτά κρατώ
δέκα σπυριά μαλαματένιο όνειρο
δέκα σπυριά ελπίδα
Δεν τα χωράει ο ουρανός
δεν τα χωράει η γης μου

Κι όμως κι αυτά πως γλυστρούν
μέσα απ' τα δάχτυλά μου
στο κύμα τ' αδυσώπυτο
και χάνονται
ενώ με παίρνει το κλάμα
ποταμός το κλάμα.

Οτι θωρούμε ή φαινόμαστε
ένα όνειρο μέσα σε κάποιο όνειρο;

Πέρα στον ορίζοντα
ένα παράθυρο ορφανό
ταξιδεύει τώρα τους ξεριζωμένους
έχοντας στις αποσκευές
ότι έχω περισώσει
ένα σπυρί μαλαματένιο όνειρο
ένα σπυρί ελπίδα



πριν να προλάβει τ' άστρο

Σώπασαν πιά
κι' οι τελευταίοι χτύποι της χθεσινής μπόρας,
Μια μυρωδιά χωματίλας
μένει ακόμα στα μαλλιά των παιδιών.
Κι' έτσι που νύχτωσε, δίπλα στην πόρτα της κερασιάς,
πριν να προλάβει τ' άστρο,
το ταξίδι μοιράστηκε στα δέντρα, στο νερό,
Πριν να προλάβει τ' άστρο,
ο δρόμος δίπλωσε δύο λύπες από σύννεφο
κι' όταν τα βήματα νύσταξαν στη σιωπή,
κανείς δε βρέθηκε να πει το χρώμα των ματιών σου.
Κι' όμως η γης έμεινε πράσινη καθαρή.

Χτες που πέθανες φίλε μου,
νειρευόμουνα θερισμένα στάχυα.
Χτες που πέθανες,
καβαλλάρηδες ξεχύθηκαν να στολίσουν τη νύφη.
Κι' αν κανείς μπερδεύονταν στο χρώμα των ματιών σου,
η γης έμενε πράσινη, καθαρή.
Η μάνα σου τώρα αφουγκράζεται την ξώπορτα
κι' ο πατέρας βάλθηκε αδιάφορα
να καρφώνει το ξηλωμένο πάτωμα,
- κάποτε θα μας ξαναμιλήσουν για σένα -
κι' όπως η εικόνα σου δε θα σου μοιάζει πια,
η γης θα μένει πράσινη, καθαρή...

Ο αγριεμένος άνεμος απόψε μύριζε ρετσίνι
κι' έτσι που νύχτωσε, δίπλα στην πόρτα της κερασιάς,
πριν να προλάβει τ' άστρο,
τον πεθαμένο ντύσανε με φως από φεγγάρι.


Λογοτεχνική Γωνιά, 1949

ΠΡΟΣΓΕΙΩΣΗ

Το άνοιγμα των σκελιών μου
είναι ένα και σαρανταπέντε
απο φτέρνα σε φτέρνα

Εγώ με τη συνήθεια που απόκτησα
περπατώντας με άλματα
το επέκτεινα
γύρω στα δύο και ενενήντα τρία

Ετσι που μόλις με διακρίνουν
οι περαστικοί
Μόνο δύο θεοσεβούμενες κυρίες
σταμάτησαν την κουβέντα τους
και γυρνώντας
προς τον αέρα μου
λέει η μια στην άλλη
Αυτός θα' ναι του Υψίστου

Τελευταία προσπαθώ
να σταματήσω στο φυσικό
άνοιγμα των σκελιών μου
δηλαδή
στο ένα και σαρανταπέντε

Θέλω να με αντιληφθείτε





Το σχήμα του νερού


Ο περίγυρος
η γειτονιά

Στο πιο κάτω στενό το μπακάλικο
το περίπτερο στη γωνιά
κλωστές εφημερίδες τσιγάρα

Λίγο απόμακρα
ο φούρνος
το καθημερινό

Απέναντι η κυρία Ελένη
κάθε πρωί 'τοιμάζει
τα παιδιά
Το σχολείο

Δίπλα η χήρα Ρεμπέσκου
με τον ιδιόρρυθμο μοναχογιό

πιο πέρα το πιάνο
παίζει η κόρη του τραπεζικού

Η παρέα
Ο Στάθης
ο Νίκος
ο Στέφανος
η Κλειώ
δυο τρεις περιστασιακοί
Μέσα σ' όλα ο Αλέξανδρος
Αναρχικός


Ο περίγυρος
η γειτονιά

Καμπάνες του Σαββάτου
Εσπερινός
Το λάθος μονοπάτι

Εύθραστες υποψίες
ακροβατούμε ισορροπώντας

Μόρια αναπαραγωγικά

Ο δρόμος
το στενό

περίπτερο
φούρνος
Μπακάλης

Η κυρία Ελένη
ο γιος της χήρας
Η χήρα
το πιάνο
τα δάχτυλα

Η παρέα
το όνειρο
Σ' ένα αβέβαιο παρόν
με μια φτιαχτή χαρά
η θλίψη

Επαίτες της ζωής
φιγούρες μιας παρουσίας

Γνώση
Είσοδος σε κρεατομηχανή


Δημοσιευμένο στο περιοδικό Θέματα Λογοτεχνίας, Γκοβόστης 1998-1999